Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

Ξεδιπλώνοντας τις σκέψεις μου



Η φίλη Μαρία αποφάσισε να μοιραστεί επιτέλους τα κείμενα της με κοινό!!
Μιχάλης Χ.

-------------------------------------------------------------------------------------

-Ω!Τι έκπληξη!Είσαι καλά; Πότε ήρθες;

-Έχω τρεις μήνες εδώ!Φεύγω σε λίγες μέρες.

-Καλά να περνάς!Χάρηκα που σε είδα!

Η κοπέλα έφυγε βιαστικά κι αυτός βυθίστηκε και πάλι στις σκέψεις του. Ταξίδεψε σε ένα άλλο νησί, πιο μικρό και πιο οικείο. Κοίταζε συνεχώς το ρολόι του. Η ώρα περνούσε και το κινητό του κτυπούσε συνεχώς. Δεν ήθελε να μιλήσει σε κανέναν!

“ Πρέπει να έχει παντρευτεί μέχρι τώρα…”, είπε σιωπηλά! Τη φαντάστηκε να διασχίζει το προαύλιο της εκκλησίας- ντυμένη στα άσπρα-όπως τότε! Η εικόνα της μικρής εκκλησίας που ήταν κτισμένη ανάμεσα στα δέντρα και δίπλα στο κύμα, έφερε στο μυαλό του παλιές θύμησες! Όλοι θα ήταν εκεί, ακόμα και οι φίλοι του. Κι αυτός... σ’ένα άλλο νησί, μακριά απ’όλους! Κανείς δεν είχε καταλάβει το λόγο αυτού του ξαφνικού ταξιδιού! Έφυγε λες και τον κυνηγούσε κάποιος, ίσως ο ίδιος του ο εαυτός, τον οποίο δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει!!

Το κινητό του συνέχιζε να κτυπά, αλλά δεν ήθελε να ακούσει κανέναν. Η μοναξιά του τον ηρεμούσε, άλλωστε ποτέ δεν τον είχε προδώσει. Ήταν η πιο πιστή και αφοσιωμένη του σύντροφος! Χαμογέλασε πικρά και μονολογώντας ψιθύρισε: “ Καλά τα κατάφερα!Κατέστρεψα τα όνειρά μου.” Οι μέρες περνούσαν χωρίς να έχει δώσει σημεία ζωής σε οποιονδήποτε! Το κινητό του εξακολουθούσε να χτυπά! Είχε κλειστεί στο δωμάτιο του χλιδάτου ξενοδοχείου- στο οποίο διέμενε εδώ και τρείς μήνες- και μετρούσε τις μέρες για την επιστροφή...

Απ’το παράθυρο του αεροπλάνου φαίνονταν όλα τόσο μικρά και ασήμαντα...Όταν τα φωτάκια της πόλης εξαφανίστηκαν, υποσχέθηκε στον εαυτό του να μην ξαναθυμηθεί τα παλιά! Κανείς δεν τον περίμενε στο αεροδρόμιο! Πήρε ένα ταξί και έφτασε στο διαμέρισμά του! Ήταν κι αυτό άδειο όπως και η ψυχή του...

Υ.Γ: «...O χειρότερός σου εχθρός είναι ο εαυτός σου...μπορεί να σε προδώσει, γιατί έχει συναισθήματα»

Πήρε το αυτοκίνητό του και κατηφόρισε προς το κέντρο της πόλης. Μπήκε σε ένα κατάστημα, αγόρασε όλα όσα χρειαζόταν και ξανακλείστηκε στο διαμέρισμά του. Αφού τακτοποίησε τις αποσκευές του, άνοιξε όλα τα παράθυρα! Ξάπλωσε στον καναπέ και κοίταζε το ταβάνι- λες και θα του έδινε λύσεις στα προβλήματά του.

Το κουδούνι της εξώπορτας είχε χτυπήσει δυο φορές! Αγουροξυπνημένος όπως ήταν, άνοιξε μηχανικά. Δύο πράσινα ματάκια του χαμογελούσαν όλο γλύκα. Πόσο του έμοιαζε αυτό το κοριτσάκι...ακόμα και το χαμόγελό τους ήταν το ίδιο. ‘Πριγκίπισσά μου’, της είπε παίρνοντάς την στα χέρια του. Την έσφιξε στην αγκαλιά του και της έδειξε ένα τεράστιο πακέτο με πολύχρωμο περιτύλιγμα. Η μικρή γεμάτη χαρά έτρεξε να ανοίξει το δώρο της και δεν έδωσε καμία σημασία στον άντρα που την κοιτούσε τρυφερά.

Μια γνώριμη φωνή ακούστηκε από μακριά: ‘Καλώς όρισες, είσαι καλά;’ Δεν την είχε προσέξει! Δεν είχε αλλάξει καθόλου!Το χαμόγελό της ήταν πιο λαμπερό από ποτέ άλλοτε... ‘Πρέπει να’ναι ευτυχισμένη’, σκέφτηκε. Είχε μείνει σιωπηλός να την κοιτάζει...Αυτή έφυγε βιαστικά αφήνοντάς τον μόνο με την κόρη του, τη μικρή του πριγκίπισσα, όπως την αποκαλούσε...

Δεν θα ξεχνούσε ποτέ την ημέρα που γεννήθηκε αυτο το πλασματάκι, ήταν σαν όνειρο...και τώρα είχε πάει ήδη στην A’ Δημοτικού. Τα χρόνια είχαν περάσει και δεν είχε κατορθώσει ακόμη να διορθώσει τα λάθη του. Τις σκέψεις του διέκοψε το παραπονιάρικο ύφος της μικρής: ‘Νυστάζω...Μπορούμε να πάμε σπίτι;’

Ήλπιζε πως θα του άνοιγε αυτή κι όχι ο νέος της σύζυγος! Την είδε που καθόταν στον κήπο, διαβάζοντας ένα βιβλίο!Φορούσε ένα γαλάζιο φόρεμα κι είχε τα μαλλιά της μαζεμένα. Τους χαιρέτησε από μακριά χαμογελώντας. Η μικρή έτρεξε αμέσως στην αγκαλιά της μητέρας της, δείχνοντάς της, με μεγάλη περηφάνια, την καινούρια της κούκλα. ‘Έλα μέσα, κάθισε!Θα φτιάξω καφέ!Δε θ’αργήσω!’. Τα μάτια του καρφώθηκαν στη γαμήλια φωτογραφία που βρισκόταν στον τοίχο...

...Y.Γ: ...για ό,τι χάθηκε στα μάτια μου μπροστά...

...Έβαλε τρεις τελείες και σκεφτόταν τη συνέχεια της ιστορίας!Έπρεπε οι ήρωες του βιβλίου του να μείνουν μαζί ή έπρεπε ο καθένας να πάρει το δρόμο του; Η γαμήλια φωτογραφία θα μπορούσε να είναι η φωτογραφία του γάμου της ή ακόμη καλύτερα εκείνη η φωτογραφία από το παρελθόν...του γάμου των ηρώων του. Βούλιαξε στον καναπέ του, βλέποντας την οθόνη του υπολογιστή του... Η αλήθεια ήταν ότι συμπαθούσε τον ήρωα που είχε δημιουργήσει...ήταν άλλωστε, ένα κομμάτι απ’αυτόν. Τι κι αν ο ήρωάς του, είχε πει τόσα ψέμματα, τι κι αν πλήγωσε όλους όσους αγαπούσε;Ήταν κι αυτός ένας ‘άνθρωπος’ ή τουλάχιστον έμοιαζε με ένα συνηθισμένο χαρακτήρα της καθημερινότητας.

Έφτιαξε έναν καφέ και βγήκε στο μπαλκόνι του σπιτιού για να πάρει λίγο καθαρό αέρα..ίσως θα τον βοηθούσε να πάρει μιαν απόφαση για την έκβαση του βιβλίου του. Η εκδοτική, του είχε βάλει χρονοδιάγραμμα το οποίο είχε ξεπεράσει προ πολλου...Πήρε στην αγκαλιά του, το άσπρο γατάκι τoυ και σκέφτηκε ότι μόνο αυτό του είχε απομείνει από τα παιδικά του χρόνια. Είχε στερέψει από ιδέες. Έβρισκε τον εαυτό του αδύναμο να δώσει ένα ανατρεπτικό τέλος, ένα τέλος που θα προκαλούσε τις εντυπώσεις.

Ο χαρακτήρας που είχε πλάσει, με τα τόσα ελαττώματα και παραξενιές, άξιζε να τιμωρηθεί. Έπρεπε να δει τη γυναίκα της ζωής του να παντρεύεται με κάποιον άλλο, έπρεπε να νιώσει τον πόνο που είχε νιώσει κι αυτή. ‘ Συνήθως οι γυναίκες είναι πιο συναισθηματικές...’ σκέφτηκε. Η ηρωΐδα του ποτέ δε θα παντρευόταν κάποιον απλά για να εκδικηθεί...Ένιωθε ότι η έκβαση είχε προαποφασιστεί από την ίδια τη ζωή, από τα πραγματικά συναισθήματα των ανθρώπων...

Υ.Γ: ...ο ήρωας ποτέ δε γύρισε το διακόπτη για να φωτίσει το σκοτεινό δωμάτιο, όπως είχε υποσχεθεί...το δωμάτιο φωτίστηκε επειδή εκείνη άνοιξε τα παραθυρόφυλλα...τον συγχώρεσε και είπε, ανάμεσα στους λυγμούς της: ‘ίσως να συναντηθούμε κι εμείς ξανά στο πουθενά’

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου